Είναι Παρασκευή. Τελευταία μέρα στη δουλειά. Έχει πάει μεσημέρι. Φεύγω από τη δουλειά μου ανυπομονώντας να γυρίσω σπίτι και να σε δω. Έχω να σε δω τρεις εβδομάδες. Μου ΄χει λείψει το χαμόγελό σου. Το φιλί σου. Εσύ. Βγαίνω από τη δουλειά με βήμα βιαστικό. Λίγο πιο κάτω, ακριβώς απέναντι από την Αμερικανική Πρεσβεία ακούω ένα δυνατό κρότο. Ήχος από κρύσταλλα που σπάνε. Γυρνώ και βλέπω ένα παιδί ξαπλωμένο στην άσφαλτο. Δίπλα του σταματημένο ένα ταξί, με κατεστραμμένη την πρόσοψη. Τον λυπάμαι. Κάνω να συνεχίσω και βλέπω λίγο πιο κάτω κατεστραμμένη τη μηχανή του. Είναι μπλε. Σαν τη δική σου. Κοιτώ καλύτερα. Παγώνω. Ο χρόνος σταματά. Το παιδί στην άσφαλτο είσαι εσύ. Δεν πιστεύω ότι μου συμβαίνει αυτό. Το αίμα παγώνει στις φλέβες μου. Ο χαρτοφύλακάς μου πέφτει. Τρέχω προς το μέρος σου. Είσαι πεσμένος ανάσκελα. Δεν κουνιέσαι. Σκύβω πάνω σου και με προσοχή ανασηκώνω το κεφάλι σου. Τα μάτια σου κλειστά. Σου χαϊδεύω τα μαλλιά ενώ κρατώ στα γόνατά μου το κεφάλι σου. Πάντα μου άρεσε όταν μου το έκανες αυτό. Τώρα γιατί γίνεται έτσι; Παραδίπλα λίγα ζουμπούλια πεταμένα. Τι ειρωνεία που βρέθηκε δίπλα σου το αγαπημένο μου λουλούδι. Τα δάχτυλά μου μπλέκονται στα μαλλιά σου. Αισθάνομαι το αίμα σου να κυλά μέσα από τις παλάμες μου. Δεν το αφήνω να φύγει. Είναι δικό σου. Ανοίγεις με δυσκολία τα μάτια σου. Σου φωνάζω να αντέξεις. Να κρατηθείς. Όλα θα πάνε καλά. Γύρω κόσμος έχει μαζευτεί, ο ταξιτζής είναι πανικόβλητος, οι σειρήνες ουρλιάζουν. Δεν ακούω τίποτα. Μόνο εσύ και εγώ. Δε φανταζόμουν έτσι τη ζωή σου. Τη ζωή μου. Τη ζωή μας. Τα χείλη σου κάτι μουρμουρίζουν. Σε σφίγγω στην αγκαλιά μου. Προσπάθησε να κρατηθείς. Όλα θα πάνε καλά. Σε φιλώ στο μέτωπο. Κλαίω με λυγμούς. Το γαλάζιο χρώμα των ματιών σου έχει αρχίσει και ξεθωριάζει. Δείχνεις αδύναμος. Τα μάτια σου κλείνουν. Και μετά σκοτάδι.
Ξυπνώ μετά από ώρες. Βρίσκομαι μόνος μου σε θάλαμο νοσοκομείου. Συνειδητοποιώ τι έχει συμβεί και εύχομαι να είναι ένας εφιάλτης. Η νοσοκόμα μου ανακοινώνει ότι είχα λιποθυμήσει και ότι εσύ έφυγες. Τα σπάω όλα στο δωμάτιο. Η νοσοκόμα με κοιτά τρομαγμένη. Δε μπορεί να καταλάβει, δε μπορεί να φανταστεί. Γυρνώ σπίτι. Μου λείπεις καρδιά μου.
Ημερολόγιο 2.
Είναι Παρασκευή. Τα γενέθλιά σου. Έχω πάρει άδεια από το στρατόπεδο και έρχομαι να σου κάνω έκπληξη. Έχω φύγει νωρίτερα, να σε προλάβω όταν σχολάσεις, να πάμε σπίτι μαζί. Θα μαγειρέψεις το αγαπημένο μου φαγητό, γαρίδες με ρύζι. Σου έχω πάρει μερικά ζουμπούλια, ξέρω ότι τα λατρεύεις. Περνώ έξω από τη δουλειά σου. Στο μυαλό μου η εικόνα σου. Το ταξί πρέπει να ξεκίνησε με κόκκινο. Δυνατός θόρυβος. Δεν κατάλαβα πως με βρήκε. Βρίσκομαι ξαπλωμένος στην άσφαλτο. Πονάει φοβερά ολόκληρο το σώμα μου. Πως έγινε αυτό; Τώρα πως θα σου το πω; Κλείνω τα μάτια μου. Να βγω από αυτόν τον εφιάλτη. Πονάω. Προσπαθώ να κινηθώ αλλά μάταια. Νιώθω ένα άγγιγμα. Μια αγκαλιά. Όπως τότε που ήμουν μικρός και μ΄αγκάλιαζε η μητέρα μου στο κρεβάτι όταν ξυπνούσα. Νιώθω ένα χάδι στα μαλλιά. Πάντα σ΄άρεσε να σε χαϊδεύω. Ο πόνος γίνεται μεγαλύτερος, διαπεραστικός. Ανοίγω τα μάτια μου. Σε βλέπω. Δεν μπορεί να συμβαίνει. Κάτι φωνάζεις, δεν μπορώ να ακούσω. Δεν σ' έχω ξαναδεί τόσο τρομαγμένο. Γύρω μας μαζεύεται κόσμος. Βλέπω δάκρυα να κυλούν στα όμορφα καστανά σου μάτια. Δεν θέλω να κλαις. Μην κλαις σε παρακαλώ. Η καρδιά μου χτυπά πιο γρήγορα. Με σφίγγεις στην αγκαλιά σου. Νιώθω αδύναμος. Τα βλέφαρά μου είναι βαριά. Και μετά σκοτάδι. Σ΄αγαπώ.
Ξυπνώ μετά από ώρες. Βρίσκομαι μόνος μου σε θάλαμο νοσοκομείου. Συνειδητοποιώ τι έχει συμβεί και εύχομαι να είναι ένας εφιάλτης. Η νοσοκόμα μου ανακοινώνει ότι είχα λιποθυμήσει και ότι εσύ έφυγες. Τα σπάω όλα στο δωμάτιο. Η νοσοκόμα με κοιτά τρομαγμένη. Δε μπορεί να καταλάβει, δε μπορεί να φανταστεί. Γυρνώ σπίτι. Μου λείπεις καρδιά μου.
Ημερολόγιο 2.
Είναι Παρασκευή. Τα γενέθλιά σου. Έχω πάρει άδεια από το στρατόπεδο και έρχομαι να σου κάνω έκπληξη. Έχω φύγει νωρίτερα, να σε προλάβω όταν σχολάσεις, να πάμε σπίτι μαζί. Θα μαγειρέψεις το αγαπημένο μου φαγητό, γαρίδες με ρύζι. Σου έχω πάρει μερικά ζουμπούλια, ξέρω ότι τα λατρεύεις. Περνώ έξω από τη δουλειά σου. Στο μυαλό μου η εικόνα σου. Το ταξί πρέπει να ξεκίνησε με κόκκινο. Δυνατός θόρυβος. Δεν κατάλαβα πως με βρήκε. Βρίσκομαι ξαπλωμένος στην άσφαλτο. Πονάει φοβερά ολόκληρο το σώμα μου. Πως έγινε αυτό; Τώρα πως θα σου το πω; Κλείνω τα μάτια μου. Να βγω από αυτόν τον εφιάλτη. Πονάω. Προσπαθώ να κινηθώ αλλά μάταια. Νιώθω ένα άγγιγμα. Μια αγκαλιά. Όπως τότε που ήμουν μικρός και μ΄αγκάλιαζε η μητέρα μου στο κρεβάτι όταν ξυπνούσα. Νιώθω ένα χάδι στα μαλλιά. Πάντα σ΄άρεσε να σε χαϊδεύω. Ο πόνος γίνεται μεγαλύτερος, διαπεραστικός. Ανοίγω τα μάτια μου. Σε βλέπω. Δεν μπορεί να συμβαίνει. Κάτι φωνάζεις, δεν μπορώ να ακούσω. Δεν σ' έχω ξαναδεί τόσο τρομαγμένο. Γύρω μας μαζεύεται κόσμος. Βλέπω δάκρυα να κυλούν στα όμορφα καστανά σου μάτια. Δεν θέλω να κλαις. Μην κλαις σε παρακαλώ. Η καρδιά μου χτυπά πιο γρήγορα. Με σφίγγεις στην αγκαλιά σου. Νιώθω αδύναμος. Τα βλέφαρά μου είναι βαριά. Και μετά σκοτάδι. Σ΄αγαπώ.
10 comments:
:( me exei piasei to parapono :(
giati?!
Ήρθα να σε δω. Πέτυχα ένα ποστ το οποίο με καταράκωσε. Δεν θέλω να σκέφτομαι ότι είναι αληθινό. :( Πες μου ότι δεν είναι..
βλέπω τα προηγούμενα πόστ και κάνω χαβαλέ στα σχόλια και τώρα έχω βάλει τα κλάματα...οκ ιστορία, δεν μπορεί να είναι αληθινό αλλά έλεος και μόνο να το διαβάζεις αυτό το πράγμα...
εφιαλτικά ρομαντικό
:(
*sniffle*
Σοβαρα μιλας τωρα?
Εχω μεινει μαλακας.
Aνατρίχιασα
...δε μου συμβαίνει συχνά
Ένας άλλος Anubis. Και δεν πέφτω από τα σύννεφα...
:)
Πηρες ληγμενα ρε μιασμα?
Κανε εμετουλι για να ισιωσεις...
Πολυ μαυριλα...
σόρρυ γκάις, δατ γουοζ τζατ ε θοτ...
:/
Post a Comment